Στη μεθομηρική (προκλασική) εποχή δεν εξέλειπαν τα φαινόμενα κοινωνικής ραθυμίας και αδιαφορίας παρότι τα πράγματα δεν πήγαιναν καθόλου καλά: οικονομική ασφυξία, «εποπτεία» από τους ισχυρούς γείτονες, κ.ά., καλή ώρα. Η απάθεια ήγουν και η αδράνεια της κοινωνίας ακόμη και όταν καταπιέζεται δεν είναι της νεωτερικότητας φαινόμενο.
Από την οχληρή αυτή κατάσταση έβγαζαν τις αρχαίες κοινωνίες οι ποιητές της, όσο κι αν αυτό ηχεί παράξενα σήμερα (έτσι, όμως ηχεί σήμερα κάθε τι ποιητικό -κάθε τι πνευματικό εννοείται). Είναι πασίγνωστα τα παραδείγματα του Τυρταίου στη Σπάρτη και του Σόλωνα στην Αθήνα· η εθνική κρίση τους οδήγησε να χρησιμοποιήσουν το μόνο μέσο προπαγάνδας που ήξεραν (και αποδείχτηκε τόσο αποτελεσματικό), την ποίηση. Θύμισαν στους συμπατριώτες τους τις αξίες που είχαν ξεχάσει ή παραπετάξει, το δικαίωμα στην ελευθερία (τους) και το καθήκον τους απέναντι στους νόμους της πόλης (στο Σύνταγμα, θα λέγαμε). Κυρίως όμως έφεραν στη δημοσιότητα, ανάγλυφα σχεδόν, τη συναίσθηση της αθλιότητας που περιμένει όλους (άτομα και κοινότητα) εάν η πόλη τους καταστραφεί.
Ο Σόλων παρίστανε μάλιστα τον τρελλό για να τους εμψυχώσει το ηθικό (διότι οι «γνωστικοί» δεν τολμούσαν να πουν την αλήθεια...)
Ο Τυρταίος αναζωογόνησε την πίστη στον εαυτό τους, επικρίνοντας ταυτόχρονα δριμύτατα την ηττοπάθεια και εμπνέοντας το αγωνιστικό πνεύμα ώστε να επαναποκτήσουν ό, τι πολύτιμο είχαν (ξε)χάσει.
Θα προτιμήσω έναν άλλο όμως ποιητή, άγνωστον στους πολλούς, τον Καλλίνο από την Έφεσο, η πόλη του οποίου βρισκόταν σε πόλεμο με τους Μάγνητες (εξ ιωνικής Μαγνησίας, γείτονες δηλαδή). Από τους είκοσι έναν σωζόμενους στίχους του αποσπάσματος του ποιήματος, επιλέγω τους τέσσερεις πρώτους.
μέχρις τέο κατάκεισθε; κότ᾿ ἄλκιμον ἕξετε θυμόν,
ὦ νέοι; οὐδ᾿ αἰδεῖσθ᾿ ἀμφιπερικτίονας
ὧδε λίην μεθιέντες; ἐν εἰρήνῃ δὲ δοκεῖτε
ἧσθαι, ἀτὰρ πόλεμος γαῖαν ἅπασαν ἔχει
Ώς πότε θα κάθεστε ανέμελοι; Πότε θα δείξετε θαρραλέο πνεύμα, ω νέοι; Δεν ντρέπεστε τους γείτονες ολόγυρα, τόσο πολύ που είστε ράθυμοι; Νομίζετε ότι ησυχάζετε σε καιρό ειρήνης, όμως ο πόλεμος έχει ζώσει όλη τη γη...
Επέλεξα τον Καλλίνο γιατί μιλάει σε ανθρώπους εν καιρώ ειρήνης -η έκκλησή του είναι τραχιά, άμεση, χωρίς φιοριτούρες. Δεν ντρέπεστε; Δεν έχετε σθένος να ξεσηκωθείτε; Δεν πνίγεστε στο τέλμα της απραξίας;
Απουσιάζουν δραματικά σήμερα τέτοιου μεγέθους λυρικοί (και χορικοί) ποιητές. Απουσιάζει και η γλώσσα. Ποιες λέξεις να βρει ο ποιητής, που θα ξεσηκώσουν, όταν οι περισσότερες έχουν μιανθεί και εξευτελιστεί από μία συνθηκολογημένη κυβέρνηση, που πρόδωσε την ψήφο (την ψυχή!) του λαού της, μετατρέποντας το «όχι» στους δυνάστες σε ένα ταπεινωτικό «ναι»;
Αφού η κυβέρνηση έχει δηλώσει υποταγή, οφείλουμε να βρούμε τους νέους ποιητές (μας), που θα μας εμφυσήσουν το σθένος και την απόφαση να εξεγερθούμε σε αυτήν την αθλιότητα.
Άλλα τα μεγέθη, θα πει κανείς, εντελώς διαφορετικές οι γεωπολιτικές συνθήκες και η κοινωνική διαστρωμάτωση. Κατανοητό. Ας αναλάβουν λοιπόν τον αρχαίο ρόλο του ποιητή εκείνοι που είναι σε θέση να απευθύνονται ευρέως στον κόσμο, που έχουν, ως εκ της τεχνολογίας και της επιστήμης, αυτήν την τεράστια δυνατότητα. Και ποιοι είναι αυτοί; Μα, όσοι κατέχουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης (προπαγάνδας είναι το σωστό), καθώς, όμως, και όσοι εργάζονται σε αυτά τα μέσα. Θα πείτε, όλοι αυτοί έχουν εξαγοραστεί προς ίδιον όφελος. Δεν αντιλέγω. Υπάρχουν εντούτοις μερικοί που ακόμη αντιστέκονται· θα μπορούσαν σαν τον Σόλωνα, να παραστήσουν τους «τρελλούς» και άφοβα να πουν την αλήθεια. Και ποια είναι η αλήθεια; Ότι αυτό το σύστημα (εντός του οποίου εισεπήδησε ασμένως και με χάρη(!) η τάχα μου Αριστερά) πρέπει να ανατραπεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο, ειρηνικό εννοείται.
Να έρθουν στο προσκήνιο όσοι τον Ιούλιο του 2015 διέσωσαν την τιμή και την εθνική αξιοπρέπεια, αρνούμενοι να υπογράψουν τα μνημόνια, περιφρονώντας τις υψηλές υπουργικές θέσεις. Αυτοί που επέλεξαν τον σκληρό, μοναχικό δρόμο του «τρελλού» -αλλά πάντοτε οι «τρελλοί» και οι ποιητές έσωζαν την ανθρωπότητα, αυτοί την έβγαζαν από τον βούρκο της (και ηθελημένης!) σκλαβιάς. Να, σήμερα, το «τρελλό» καράβι της Πλεύσης Ελευθερίας, παραδείγματος χάριν.