Å×Ù ËÏÃÏ

Å×Ù ËÏÃÏ Å×Ù ËÏÃÏ

γράψε κάτι που αξίζει να διαβαστεί ή κάνε κάτι που αξίζει να γραφτεί

Όσοι το χάλκεον χέρι...

Της Πέπης Ρηγοπούλου

Ο Κάλβος και πάλι. Δίπλα στον Σολωμό, τον Παπαδιαμάντη, τον Παλαμά, τον Καβάφη, ξεχειλίζει από μια δύναμη που καμία στείρα φιλολογική μελέτη δεν μπορεί να του στερήσει. Τί κι αν χρησιμοποιεί έτσι ή αλλιώς τεχνικές που θεωρούνται σωστές ή λάθος στα ποιητικά πράγματα, τί κι αν η γλώσσα του θεωρήθηκε περίεργη, αντιποιητική όχι ρέουσα δημοτική, νάτος και πάλι μας καλεί με αυτήν την γλώσσα, με αυτές τις τεχνικές που παραμένουν κτήμα εσαεί, να σκεφτούμε εκείνα τα παλιά, που γίνονται και πάλι καινούργια. Να δούμε, απαλλαγμένοι από το χάλκινο χέρι του φόβου, τον κόσμο της ελευθερίας μέσα από ένα κομμάτι γης, της γης μας, της συκοφαντημένης από τους άλλους και κάποτε από εμάς τους ίδιους πατρίδας. Ένα κόσμο τόσο κοντινό που η απόλαυση σού κόβει την ανάσα, τόσο μακρινό που να μην τον φτάνει το βλέμμα σου, που να μην μπορείς να διακρίνεις το ίχνος του, την σκιά του, το είδωλό του. Χωρίς ελευθερία τί; Ένα λοξό βλέμμα σ’ αυτήν, ή ένα βλέμμα επιθυμίας και ανάγκης μαζί, έστω στο αίτημά της, αρκεί για να αντέξεις μια ζωή, την ζωή σου.

Η ελευθερία, ωστόσο, δεν είναι μια άσαρκη ιδέα, ούτε, όμως, μόνο «το όνομα της θείας μας», όπως έλεγε ο Πεντζίκης, ειρωνευόμενος την κατάχρηση ανόητου λόγου γι’ αυτήν. Δεν είναι κάτι που φτάνει απ’ έξω να σε προϋπαντήσει, και δεν αρκεί ένα ακόμα Σύνταγμα, ακόμη και το πιο δίκαιο, για να την κατοχυρώσει. Που, όσο δημοκρατικό και να είναι, μπορεί πάντα, αν δεν υπάρχει η παρρησία, το ήθος που κάνει τα άρθρα του να ισχύουν αληθινά, να φτάσει να οπλίσει το χέρι ενός καταστροφικού κυβερνήτη, αν όχι και ενός δικτάτορα, μιας και αυτοί οι τελευταίοι φοβούνται όχι μόνο το πνεύμα, αλλά και το γράμμα των δημοκρατικών θεσμών. Η ελευθερία είναι κάτι που ξυπνά μέσα σου μια χαρά άγρια, πρωτόγνωρη, αν και από πάντα γνωστή. Γιατί πάντα μέσα στον άνθρωπο υπάρχει το αίτημά της. Όσα πειράματα κι αν γίνουν, όσες μυθικές ή βιβλικές αφηγήσεις για τα όριά της κι αν ακουστούν, όσο και να κάνουν κάποιοι κατάχρηση στο όνομά της, όσα τυραννικά καθεστώτα κι αν την πολεμήσουν, και ακόμα όσα άλλα «δημοκρατικά», από δόλο ή μέθη της εξουσίας τους, την αγνοήσουν, εκείνη θα είναι εκεί. Έτοιμη να ξυπνήσει μέσα στους ανθρώπους ό,τι το πιο πολύτιμο: την ανάδυση της μορφής μέσα από το χάος, που πάντα καραδοκεί, στις πράξεις και στις θεωρίες μας. Το χάος έπεται του σκότους. Εκεί βρισκόμαστε σήμερα. Αν ήμασταν θρησκευόμενοι Ινδοί, πιστοί της μετενσάρκωσης, μπορεί και να το είχαμε λύσει. Γιατί, όταν πιστεύεις σε κύκλους ζωής, αντέχεις και την ιδέα της συντέλειας, που την θεωρείς προσωρινή. Όμως, εμείς οι οριακοί, με το ένα πόδι στην Ανατολή και με το άλλο στην Δύση, σε ποια αναγνώσματα να καταφύγουμε; Σε ποιες λέξεις να ακουμπήσουμε; Στον μεσογειακό κόσμο μας η ανθρώπινη ζωή είναι μία, μοναδική και ανεπανάληπτη. Και, ίσως, γι’ αυτό μαζί πιο επισφαλής, αλλά και πιο πολύτιμη, αρνούμενη πεισματικά να γίνει πιόνι, νούμερο, γρανάζι σε οποιοδήποτε «πρότζεκτ».

Πόσοι άνθρωποι να διαβάζουν ακόμα τον Κάλβο; Πόσοι θα τον θυμόντουσαν χωρίς το τραγούδι του Μίκη που ξεκινάει με αυτό ακριβώς τον στίχο: «Όσοι το χάλκεον χέρι»; Της στροφής αυτής που μεταμόρφωσε σε αγωνιστικό εμβατήριο, μια στροφή όπου ο ποιητής, χωρίς να μας αφήνει να το υποπτευθούμε, ένωσε μαγικά λέξεις του Ομήρου, της λόγιας γλώσσας και του δημοτικού μας τραγουδιού, αποδεικνύοντας την σπάνια συνοχή της ελληνικής γλώσσας. Πόσοι να διάβασαν και παλιότερα τις Ωδές του Κάλβου; Του επαναστάτη καρμπονάρου που ανακρίθηκε ασφυκτικά από την τρομερή αυστριακή αστυνομία, την ίδια που συνέλαβε τον Ρήγα χωρίς να λυγίσει; Πόσοι να απέκτησαν τις Ωδές σε μια φτηνή, πρόχειρη έκδοση, αγορασμένη από καροτσάκι; Σε πόσους την δάνεισαν; Ένα μικρό βιβλίο, κιτρινισμένο, διαβασμένο από πολλούς, με πλήθος τα αποτυπώματα ώστε, με τις σύγχρονες αστυνομικές μεθόδους, να μπορούν να μας αναζητήσουν, να μας καλέσουν και μας σε ανάκριση κι έτσι, όλοι και όλες εμείς που ζητάμε την ελευθερία στις σελίδες του, να γνωριστούμε επιτέλους; Πρέπει να είμαστε πολλοί...

ΕΧΩ ΛΟΓΟ - ΟΔΗΓΙΕΣ
 

ÔÉ ÃÉÍÅÔÁÉ? ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ?