Å×Ù ËÏÃÏ

Å×Ù ËÏÃÏ Å×Ù ËÏÃÏ

γράψε κάτι που αξίζει να διαβαστεί ή κάνε κάτι που αξίζει να γραφτεί

Μνήμες-Αχτίδες

Της Λίνας Αλεξίου, Δημοσιογράφου

Κάποιοι περισσότερο, κάποιοι λιγότερο, μαζεύουμε, όσο ζούμε, μνήμες. Χρειάζεται; Αν χρειάζεται, λέει… Σε καιρούς γκρίζους, όπως τούτοι εδώ, οι τωρινοί, οι φωτεινές μνήμες μπορεί να λειτουργήσουν σαν αντίδοτο, σαν μια αχτίδα ζεστασιάς φυλαγμένη καλά στην ψυχή. Κι απ’ αυτήν παίρνουμε δύναμη και κουράγιο.

Μια τέτοια ξεπήδησε λίγες μέρες πριν, με την έκδοση της Αυτοβιογραφίας του πατέρα Γεώργιου Πυρουνάκη, από τις εκδόσεις «Αρμός». Και χαμογέλασα. Σε λιγότερες από 100 σελίδες μια λιτή αφήγηση, αφαιρετική σε πολλά σημεία, καταγράφεται ένα οδοιπορικό ζωής από αυτά που θα μπορούσαν να απλωθούν σε τόμους. Όσοι τον γνώρισαν -και ήταν πολλοί, μα πάρα πολλοί- ξέρουν πως αυτός ο ιερωμένος έφερε μια σφραγίδα δωρεάς που συνεχώς, αέναα, τον οδηγούσε μπροστά σε κοινωνικούς αγώνες, μπροστά στο χρέος να συντρέχει το ποίμνιό του και ν’ αντιπαλεύει με τους ορνεοκέφαλους της εξουσίας που έβλεπαν, στη δράση και στο έργο του, τον εχθρό τους. Και τον καταδίωκαν.

«Ξύπνα παπά, Ξύπνα λαέ». Σαλπίσματα εγερτήρια από το στόμα του και στον καιρό της δικτατορίας. Τότε τον γνώρισα. Στην «Κίνηση για τη Νεότητα», στο μικρό γραφείο της οδού Σταδίου, λίγα μέτρα από «τα ΝΕΑ» της οδού Χρήστου Λαδά, όπου, φοιτήτρια και νεαρή δημοσιογράφος, δούλευα. Στο στήθος του παπα-Γιώργη κρεμόταν ένας ασημένιος σταυρός, μεγάλος, εγχάρακτος κάθετα και οριζόντια με τη λέξη «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ».

Στο σπίτι του στη Νέα Σμύρνη πήγαμε με τον Νίκο και του μιλήσαμε για την «Δημοκρατική Άμυνα». Μας μίλησε κι εκείνος, γεμάτος αγωνία, για το ζοφερό παρόν και το άδηλο μέλλον. Τον ίδιο τον καταδίωκαν, είχε ήδη αφήσει την αγαπημένη του ενορία στην Ελευσίνα, όπου έδωσε ψυχή και όραμα με τις παιδικές κατασκηνώσεις και δραστήριες πρωτοβουλίες του για τον πολιτισμό και την κοινωνική συμμετοχή, τη λαϊκή συμμετοχή στις ανάγκες της περιοχής.

Δύο χρόνια αργότερα, Απρίλιο του 1970, υπόδειγμα ευψυχίας ο παπα-Γιώργης κατέθεσε ως μάρτυρας υπεράσπισης του Νίκου Κωνσταντόπουλου, πατέρα των παιδιών μου, στο Έκτακτο Στρατοδικείο της Αθήνας, στη δίκη των 34 της «Δημοκρατικής Άμυνας». Τότε που «όλα τα σκίαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά», αυτός ο Παπάς -έτσι, με Π κεφαλαίο- στάθηκε αγέρωχος, ατρόμητος μπροστά στις απειλές και τις λοιδορίες των ένστολων χουντικών στρατοδικών. Με τον σταυρό της Ελευθερίας κρεμασμένο στο στήθος. Έφριξε το χουντικό ιερατείο, φρίαξε και ο διαβόητος βασιλικός επίτροπος Λιαπής. Ο παπα-Γιώργης απτόητος. Τον τραβολόγησαν στην ΕΣΑ κι εκεί τους είπε «είσαστε αντίχριστοι». Τον άφησαν, απειλώντας την οικογένειά του -οχτώ παιδιά είχε.

Εκείνος συνέχισε. Στην μικρή ενορία του Αγίου Στεφάνου Αττικής τις Κυριακές, εν μέσω δικτατορίας, συνέχισε τα κηρύγματά του, που ήταν μαθήματα Ελευθερίας και Δημοκρατίας, πίστης και αφοσίωσης στα πανανθρώπινα ιδεώδη.

Συνέρρεε τότε, σ’ αυτές τις αξέχαστες Κυριακές, πλήθος κόσμου -επώνυμοι και ανώνυμοι άνθρωποι- που έβρισκε όχι παρηγοριά αλλά ελπίδα, θάρρος, κουράγιο στα λόγια του. Πόσους τέτοιους ιερωμένους -εκτός από τους ήρωες του απελευθερωτικού αγώνα- έχουμε;

Άσβεστες οι μνήμες μου κι αυτές έδωσα, για τον ξεχωριστό ιερωμένο, σαν παρακαταθήκη στα παιδιά μου για τη δική τους πορεία στη ζωή. Κι αν δεν έχουμε τίποτε άλλο να δώσουμε στις νεότερες γενιές, ας ψάξουμε στις μνήμες μας. Κι αν νομίζουμε πως τίποτε δεν μπορούμε να κάνουμε, τουλάχιστον ας αντιστεκόμαστε στη λήθη.
ΜΜ
ΕΧΩ ΛΟΓΟ - ΟΔΗΓΙΕΣ
 

ÔÉ ÃÉÍÅÔÁÉ? ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ?