Η επίσκεψη Μέρκελ στην Αθήνα, την συγκεκριμένη χρονική συγκυρία, αποτελεί μία ακόμη απόδειξη ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ απεδείχθη ο καλύτερος χορευτής στην Ε.Ε., καθώς ανταποκρίθηκε πλήρως σε όλους τους μουσικούς ρυθμούς τους οποίους η Ε.Ε. -προεξεχούσης της Γερμανίας-, σε όλη την περίοδο της διακυβέρνησής της, έπαιζε.
Βεβαίως, η καγκελάριος έρχεται στην δύση της πολιτικής της σταδιοδρομίας-όπως άλλωστε συνέβη και με τον Ομπάμα- να υποστηρίξει την χορευτική πιρουέτα-την τελευταία και ωστόσο την πλέον μείζονα για την χώρα- του πρωθυπουργού, η οποία δεν είναι άλλη από την "συμφωνία" των Πρεσπών, καθώς τούτη υπαγορεύτηκε από τα συμφέροντα της Ε.Ε., των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ και όχι από τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας, όπως άλλωστε συνέβη όλα τα έτη από το 2010 και μετά, με την αιματοβαμμένη πολιτική των Μνημονίων.
Στην αγωνιώδη προσπάθεια του πρωθυπουργού να διασφαλίσει τους 151 βουλευτές, οι οποίοι θα υπερψηφίσουν την απαράδεκτη "συμφωνία" στην ελληνική Βουλή, θα συμπράξει με την παρουσία της η Γερμανίδα καγκελάριος. Προφανώς, η Μέρκελ θα εκθειάσει το "έργο" της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και προσωπικά τον πρωθυπουργό, κυρίως δια τον λόγο ότι υπήρξαν πιστοί τηρητές και εκτελεστές των εντολών του Διευθυντηρίου των Βρυξελλών, καθιστώντας την Ελλάδα την πρώτη αποικία της Ε.Ε. Οι βουλευτές και τα κόμματα που θα συνταχθούν στην Βουλή με την κυβέρνηση υπέρ της "συμφωνίας", επί της ουσίας δορυφορούν την εξουσία, ως πιστές εφεδρείες της μίας ενιαίας πολιτικής, την οποία ακολούθησαν όλες οι κυβερνήσεις και τα κόμματα από το 2010, τα οποία ψήφισαν και εφάρμοσαν την πολιτική των Μνημονίων, δηλαδή μία άκρως και πούρα πολιτική υποτέλειας στο μεγάλο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο.
Η "συμφωνία" αποτελεί προϊόν συνολικά της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία οι ΑΝΕΛ δεν την ψηφίσουν, καθώς μαζί κυβερνούν. Τα πολιτικά πυροτεχνήματα του είδους δεν ψηφίζω την "συμφωνία", αλλά στηρίζω την κυβέρνηση ή το αντίστροφο, δηλαδή ψηφίζω την "συμφωνία", αλλά δεν στηρίζω την κυβέρνηση, ανέτως μπορούν να τοποθετηθούν στην κορυφή της θεωρίας, αλλά και της πρακτικής των πολιτικών επιστημών, ως αυθεντικό παράδειγμα άσκησης ιλαροτραγικής και φαιδρής πολιτικής, προκειμένου να διατηρήσουν την πολιτική τους επιβίωση. Δεδομένο πρέπει να θεωρείται ακριβώς το αντίθετο. Η άσκηση ιλαροτραγικής πολιτικής οδηγεί, με μαθηματική ακρίβεια, στον πολιτικό τους αφανισμό. Το πολιτικό θέατρο του παραλόγου, το οποίο ασκείται στην χώρα μας εδώ και μία τουλάχιστον δεκαετία, όπως απέδειξε και το δημοψήφισμα του 2015, δεν ανθεί και ούτε βρίσκει έδαφος στην εκφρασμένη και με υψηλά ποσοστά της αποχής, του άκυρου και του λευκού τον Σεπτέμβρη του 2015, πολιτική συνείδηση του ελληνικού λαού και τούτο πιστεύουμε ότι θα καταδειχθεί και στις επερχόμενες εκλογές.
Η βούληση της μεγάλης πλειοψηφίας των Ελλήνων πολιτών, άνω του 70%, διαφωνούν με την "συμφωνία" των Πρεσπών. Ως εκ τούτου, ένα σοβαρό πολιτικό σύστημα θα διέλυε την Βουλή και θα προκήρυσσε άμεσα εθνικές εκλογές, κατά τις οποίες θα υπήρχε ιδεολογική πολιτική τοποθέτηση στην βάση και όχι στην κορυφή της συγκεκριμένης "συμφωνίας". Ένα σοβαρό πολιτικό σύστημα δεν θα έτρεχε, ασμένως και ασθμαίνοντας, να την "περάσει" άρον-άρον, προκειμένου να ικανοποιήσει τους εντολείς-δανειστές του, εναντίον και ερήμην της βουλήσεως του ελληνικού λαού, τον οποίο ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε πραγματικά να τον ακούσει και φυσικά, δεν θα μετέτρεπε ένα μεγάλο, γενναίο και ηρωικό ΟΧΙ -με κλειστές τις τράπεζες- σε ένα υποτελές ΝΑΙ.
Βεβαίως, ένα μεγάλο τμήμα του ελληνικού λαού ενδεχομένως και να μην επιθυμεί την επίσημη επίσκεψη της Μέρκελ, καθώς η πολιτική της ουδέν όφελος προσέφερε σε αυτούς, αντιθέτως συνέβαλε στην διάλυση του κοινωνικού ιστού της χώρας και, στην απώλεια της Εθνικής της Ανεξαρτησίας. Ωστόσο, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ βεβαίως την επιθυμεί διακαώς, καθώς πιστεύει ότι νομιμοποιεί το αγεφύρωτο χάσμα το οποίο την χωρίζει από το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.
"Χειμωνιάτικος εφιάλτης
καθέλκυση μαβιάς αγωνίας
επίτομος ο πόνος μου κρατεί μαντήλι
κι αγναντεύει ωκεάνεια φωνήματα
22-01-1981" (Νίκος Καρούζος, Οιδίπους τυραννούμενος και άλλα ποιήματα, Ίκαρος, 2014, σελ. 249)