Ο κόσμος αλλάζει... Πολιτισμοί και θρησκείες μπερδεύονται, σύνορα αμφισβητούνται, συμφωνίες κρίνονται λάθος, πολιτικοί σε πολιτικό κρεσέντο, αμοραλισμός, οπορτουνισμός, ρεβανσισμός, φασισμός, ισοπέδωση των πάντων. Η κοινωνία μπερδεμένη, η οικογένεια σε αποσύνθεση, τα παιδιά απομονωμένα, οι φιλίες ανύπαρκτες, οι σχέσεις προβληματικές, η διασκέδαση πνιγμένη στο ποτό και τη «φούντα», οι γειτονιές ανύπαρκτες, τα πάρκα δημόσια υπνωτήρια και ουρητήρια. Μία χώρα ξεχαρβαλωμένη, ένας πληθυσμός σε απόγνωση... Σκληρά άρχισα... Σας πήρα από τα μούτρα! Ας γλυκάνουμε λίγο!
Οι γιορτές των Χριστουγέννων πλησιάζουν. Βιτρίνες και δρόμοι στολίζονται, δέντρα και σπίτια στολίζονται, τα ευρουλάκια μετριούνται, αλλά δεν αυγαταίνουν! Η κρίση βαθαίνει, η Δημοκρατία ολισθαίνει, η γλώσσα χάνεται, ο πολιτισμός μας αμφισβητείται, τα σύνορα αμφισβητούνται, όλα είναι στη φάση της αμφισβήτησης.
Ένα, ακόμα, που τίθεται σε αμφισβήτηση είναι η ύπαρξη του Άγιου Βασίλη, του συμπαθή γεράκου με την άσπρη γενειάδα, τα κόκκινα μάγουλα και την, σε άλικο χρώμα, στολή. Ο αγαπημένος, παχουλός γεράκος μικρών και μεγάλων, ο γεράκος της αγάπης, της ελπίδας, της χαράς και της προσμονής.
Οι «επιστήμονες», λοιπόν, αποφάσισαν ότι τα παιδιά μας θα πρέπει να μάθουν την αλήθεια, να μην ζούνε σε μια εικονική πραγματικότητα, να μην ζούνε – έστω και λίγες μέρες - ένα γλυκό όνειρο. Μία χειμωνιάτική νύχτα ένα έλκηθρο, που το σέρνουν τάρανδοι και το οδηγεί ο Άγιος Βασίλης, σταματά σε κάθε σπίτι, ο γεράκος μπαίνει από την καμινάδα, αφήνει ένα δώρο για κάθε παιδί, τρώει τον κουραμπιέ ή το μελομακάρονο, πίνει λίγο γάλα, ξεκουράζεται και συνεχίζει το μακρύ ταξίδι του. Ένα ταξίδι που σε κάθε παιδική ψυχούλα ζωγραφίζεται με διαφορετικά χρώματα και η προσμονή είναι τόσο γλυκιά όσο και τα γλυκά πάνω στο τραπέζι.
Οι «επιστήμονες» αποφάσισαν πως τα παιδιά μας δεν πρέπει να είναι κομμάτι μιας βιομηχανίας που αποσκοπεί στο κέρδος και μόνο. Οι συμμετοχές, όμως, των παιδιών σε trafficking, reality shows, διαφημίσεις δεν είναι μέρος της βρόμικης βιομηχανίας του χρήματος; Οι «επιστήμονες», λοιπόν, αποφάσισαν να γκρεμίσουν άλλον ένα παιδικό μύθο. Αποφάσισαν πως τα όνειρα δεν αρμόζουν στη νέα τάξη πραγμάτων. Τα όνειρα δεν αρμόζουν στην παγκοσμιοποίηση. Τα όνειρα δεν αρμόζουν ούτε στα παιδιά.
Τότε το φεγγάρι σκόνταψε στις ιτιές
κι έπεσε στο πυκνό χορτάρι.
Μεγάλο σούσουρο έγινε στα φύλλα.
Τρέξανε τα παιδιά, πήραν στα παχουλά τους χέρια το φεγγάρι
κι όλη τη νύχτα παίζανε στον κάμπο.
Τώρα τα χέρια τους είναι χρυσά, τα πόδια τους χρυσά,
κι όπου πατούν αφήνουνε κάτι μικρά φεγγάρια στο νοτισμένο χώμα.
Μα, ευτυχώς, οι μεγάλοι δεν ξέρουν πολλά, δεν καλοβλέπουν.
Μονάχα οι μάνες κάτι υποψιάστηκαν.
Γι' αυτό τα παιδιά κρύβουνε τα χρυσωμένα χέρια τους
στις άδειες τσέπες, μην τα μαλώσει η μάνα τους
που όλη τη νύχτα παίζανε κρυφά με το φεγγάρι.
Απόσπασμα από το ποίημα το Γ. Ρίτσου, «Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού»
Εδώ ο Ρίτσος έχει άλλη άποψη! Ίσως ξέρει κάτι παραπάνω από τους «επιστήμονες».
Το να ζεις κάποιες μέρες – διάλειμμα από την καθημερινή, σκληρή πραγματικότητα – μέσα στο όνειρο, φτιάχνοντάς το ο καθένας μας με τα δικά του χρώματα, δεν σημαίνει ότι παλιμπαιδίζουμε, ότι μαθαίνουμε στα παιδιά μας το ψέμα, ότι τους παραποιούμε την πραγματικότητα. Καθημερινά, στα παιδιά μας «σερβίρουμε» το ψέμα για το πώς είναι δομημένη η οικογένειά μας, γιατί ο μπαμπάς δουλεύει πολύ, γιατί πρέπει να μάθει αγγλικά, γιατί πρέπει να μάθει καράτε, γιατί η μαμά είναι στενοχωρημένη, γιατί δεν έχει αδελφάκι, γιατί το ένα, γιατί το άλλο, ψέμα, ψέμα, ψέμα. Και τούτο για εμάς τους μεγάλους, τους σκεπτόμενους, τους έχοντες κρίση και βούληση, όχι για τα παιδιά μας, τις παιδικές ψυχούλες, τις γεμάτες αθωότητα, όνειρα και ελπίδα, είναι άδικο.
Κύριοι «επιστήμονες», έχετε δει παιδάκι όταν κοιμάται, την παραμονή των Χριστουγέννων ή την Παραμονή της Πρωτοχρονιάς; Έχετε δει τη γαλήνη στο πρόσωπό του, έχετε ακούσει την ηρεμία της αναπνοής του, έχετε προσέξει το χαμόγελο που σχηματίζεται στα χείλη του; Έχετε δει πώς λάμπουν τα μάτια του το πρωί μόλις αντικρίσει το δώρο κάτω από το δέντρο και δει τον μισοφαγωμένο κουραμπιέ; Το όνειρό του έχει γίνει μία μικρή πραγματικότητα. Όλος του ο κόσμος γεμίζει μαγεία, γεμίζει χρώματα και μουσική. Πόσο, κύριοι «επιστήμονες», κοστίζουν αυτές οι στιγμούλες, που εσείς οι μορφωμένοι, οι προοδευτικοί, οι της πρακτικής σκέψης αποφασίζετε να σβήσετε από τον πολύχρωμο καμβά ενός παιδικού ονείρου;
Αν θέλετε, κύριοι «επιστήμονες», τα παιδιά μας να μην ζούνε στο ψέμα, να μην ζούνε στο όνειρο, να μην ελπίζουν τότε...
Θα πρέπει να τους πούμε την αλήθεια, για την εικονική και τόσο επιζήμια για την αθωότητά τους πραγματικότητα που βιώνουν μέσα από τα tablets, τα pcs και τα smartphones, με τα οποία και τα «εξοπλίζουμε» από την τρυφερή τους ηλικία.
Θα πρέπει να τους πούμε την αλήθεια για τα σχολεία, πως δεν είναι εκπαιδευτικά ιδρύματα, αλλά αποθήκες ψυχών.
Θα πρέπει να τους πούμε την αλήθεια για την ιστορία της Ελλάδας.
Θα πρέπει να τους πούμε για τους προδότες που μας κυβερνάνε.
Θα πρέπει να τους πούμε πως δεν πρέπει να ονειρεύονται.
Θα πρέπει να τους πούμε πως δεν πρέπει να ελπίζουν.
Θα πρέπει να τους πούμε πολλές αλήθειες που τις κρύβουμε ακόμα και από εμάς.
Κύριοι «επιστήμονες», καλό θα ήταν να περιορίσετε τις παγερές πρακτικές σας στα «του οίκου σας». Τα όνειρα είναι οι επιθυμίες μιας αγνής ψυχούλας, μιας ψυχούλας που περιμένει να πάρει κάτι που ποθεί πολύ, όχι από τον μπαμπά και την μαμά, αλλά από έναν καλοκάγαθο γεράκο που αγκαλιάζει όλα τα παιδιά και τα ξεναγεί στο όνειρο.
Αυτό το όνειρο ας μείνει στις ψυχές των παιδιών μας και στις δικές μας. Έτσι και αλλιώς συγκαταλέγεται στα λίγα όνειρα που έχουμε πλέον, μέσα στην μαύρη πραγματικότητα της κάθε μέρας. Αυτό το όνειρο οφείλουμε στα παιδιά μας, κύριοι «επιστήμονες και κύριοι «δήθεν» προοδευτικοί και αληθινοί!
Κλείνω με τους στίχους του Γιάννη Ρίτσου από το ίδιο ποίημα.
Άλλοτε διαβάζαμε τα μαθήματα μας,
κάναμε την προσευχή μας
και λέγαμε πως δυο και δυο κάνουνε τέσσερα.
Τώρα, δυο λουλούδια και δυο αχτίνες
δεν κάνουνε τέσσερα – κάνουνε την ψυχή μας.
Κι ένα τριαντάφυλλο και μια πεταλούδα
δεν κάνουν δυο– κάνουν ένα Θεό.
Κι ένας Θεός κάνει όλα.
Λοιπόν, η ψυχή μας μαζί με την ψυχή του Θεού πόσα κάνει;
Ο δάσκαλος δεν ξέρει.
Εμείς το ξέρουμε πως κάνει: ένα.
Το διαβάσαμε σήμερα στο ανοιχτό βιβλίο του ήλιου,
σήμερα που ξεχάσαμε όλα τα βιβλία.